- θέσπις
- (6ος αι. π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Καταγόταν από τον αττικό δήμο Ικαρία (τον σημερινό Διόνυσο). Συγκεκριμένη και άμεση πληροφορία γι’ αυτόν παρέχει το Πάριο Μάρμαρο, χρονικό που αναφέρει ότι ο Θ. κέρδισε το 535 π.Χ. την πρώτη νίκη στα Μεγάλα Διονύσια διδάσκοντας τραγωδία. Η μνεία αυτή αποτελεί το πρώτο συγκεκριμένο ορόσημο στην ευρωπαϊκή θεατρική ιστορία. Η παράδοση του αποδίδει επίσης την εισαγωγή του πρώτου υποκριτή. Από μαρτυρίες προκύπτει ότι έκανε μεταρρυθμίσεις στο θέατρο, σχετικές με τη χρησιμοποίηση προσωπείων από τους ηθοποιούς. Του αποδίδονται, αλλά όχι με απόλυτη βεβαιότητα, μερικοί στίχοι και τίτλοι (Άθλα επί Πελία ή Φόρβας, Ιερείς, Ημίθεοι, Πενθεύς). Επιφυλάξεις υπάρχουν επίσης για τις πληροφορίες που αφορούν το άρμα, με το οποίο κατά την παράδοση περιόδευσε επικεφαλής του θιάσου του.
* * *θέσπις, ὁ, ἡ (Α)1. θεόπνευστος, θείος2. υπερμεγέθης, υπερφυσικός, τρομερός3. στον πληθ. θέσπιδεςθυσίες, θεοσέβειες4. ως κύρ. όν. ὁ Θέσπιςο δημιουργός τής τραγωδίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < *θέσ-σπ-ις, συντετμημένος τ. τού θεσπέσιος*.ΠΑΡ. θεσπίζωαρχ.θέσπιος.ΣΥΝΘ. αρχ. θεσπιαοιδός, θεσπιδαής, θεσπιέπεια, θεσπιομάντις, θεσπιῳδός].
Dictionary of Greek. 2013.